Διαβάστε παρακάτω ποιοι ήταν αυτοί που μας εντυπωσίασαν και ποιοι όχι στο GP Ολλανδίας στο παρακάτω κείμενο.
Χωρίς ανάσα συνεχίστηκε το πρωτάθλημα της Formula 1 μετά την θερινή διακοπή, με το Ολλανδικό Grand Prix να παίρνει τη σκυτάλη μια εβδομάδα μετά το Βελγικό. Ο 15ος αγώνας της σεζόν διεξήχθει στο άκρως απαιτητικό Circuit Zandvoort, στους αμμόλοφους της ομώνυμης περιοχής που βρίσκεται πάνω ακριβώς στις ολλανδικές ακτές. Για τον Max Verstappen αυτός ήταν ο πραγματικά εντός έδρας αγώνας και οι κερκίδες ήταν ασφυκτικά γεμάτες από τον «πορτοκαλί στρατό», τους οποίους ο περσινός πρωταθλητής αντάμειψε με τον καλύτερο τρόπο.
Σημειώνοντας άλλη μια νίκη, τη 10η φετινή, μπροστά στο κοινό του, ουσιαστικά τελείωσε την υπόθεση τίτλος και έδωσε στους συμπατριώτες αφορμή για ένα ξέφρενο πάρτι. Ας δούμε λοιπόν ποιοι μας εντυπωσίασαν και ποιοι όχι στο τριήμερο στην ολλανδική πίστα.
Πριν όμως δείτε ποιοι μας εντυπωσίασαν και ποιοι όχι, ακούστε την εκπομπή Slipstream με την ανάλυση του αγώνα στην Ολλανδία.
Ποιοι μας εντυπωσίασαν
Max Verstappen: Για τον Max τη φετινή σεζόν δεν έχουν μείνει και πολλά να γράψει κανείς. Με οδήγηση αντάξια μόνο ενός πραγματικού πρωταθλητή, έχει σαρώσει κυριολεκτικά την σεζόν του 2022. Έχει κερδίσει κυριαρχώντας απόλυτα, έχει κερδίσει ξεκινώντας από πολύ πίσω στο grid, έχει κερδίσει σε δύσκολα Σαββατοκύριακα. Ένα τέτοιο ήταν και αυτό στην πατρίδα του. Η Red Bull περίμενε να μην είναι τόσο κυρίαρχη όσο στο Spa, ωστόσο την Παρασκευή, τα πράγματα κάθε άλλο παρά ρόδινα κύλησαν. Ο Max έχασε σχεδόν όλο το FP1 λόγω κιβωτίου και στο FP2 ουσιαστικά πειραματίζονταν σε όλη τη διάρκεια, μιας και το setup έδειχνε να μην ευνοεί καμία από τις τρεις διαθέσιμες γόμες και ιδίως την σκληρή. Φυσικά η Red Bull δεν είναι τυχαία ομάδα και το Σάββατο ο Verstappen εμφάνισε εντελώς διαφορετικό πρόσωπο, καθώς ήταν ξανά στη μάχη για την κορυφή ( όπως θα περιμέναμε άλλωστε). Στην μάχη για την pole ήταν ο μεγάλος νικητής, κερδίζοντας τον Charles Leclerc μόλις για 0.021 δευτερόλεπτα, έχοντας μάλιστα ισχυρό ανταγωνισμό και από τις δύο Mercedes. Στον Κυριακάτικο αγώνα τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά, καθώς ο Max μετά από την πολύ καλή του εκκίνηση κατάφερε να δημιουργήσει άνετα μια διαφορά από τον δεύτερο Leclerc. Στο παιχνίδι σταδιακά μπήκαν οι δύο Mercedes, οι οποίες είχαν ρυθμό εφάμιλλο του Ολλανδού και, προσπαθώντας να φέρουν εις πέρας την στρατηγική ενός πιτστοπ, φάνηκε να απειλούν σοβαρά για την νίκη. Η σκληρή γόμα δούλεψε άψογα στην W13 ( και οι δύο οδηγοί εκκίνησαν με μέση και έκαναν ένα μεγάλο πρώτο στιντ) και έτσι στο VSC που βγήκε λόγω του Tsunoda, o Μax έκανε το δεύτερο pitstop του, επίσης για σκληρά, ενω οι δύο Mercedes άλλαξαν σε μέση. Η RB18 δεν βολεύτηκε ιδιαίτερα με την σκληρή γόμα, με τον Hamilton να μειώνει αργά μεν, αλλά σταθερά μια διαφορά 12 δευτερολέπτων με περίπου 25 γύρους να απομένουν. Λίγο μετά έκανε την εμφάνιση του το SC λόγω του Bottas και ο Max άρπαξε την ευκαιρία για να βάλει μαλακή γόμα για τους τελευταίους 15 γύρους, πέφτωντας δεύτερος, πίσω από τον Hamilton που δεν έκανε pitstop. Κάνενα πρόβλημα για τον Ολλανδό, που στην επανεκίννηση δεν πιάστηκε στον ύπνο και πέρασε τον οδηγό της Mercedes πριν καν φτάσουν στην πρώτη στροφή. Έκτοτε δεν κοίταξε ποτέ πίσω, φτάνοντας άνετα στην καρό σημαία για την 10η φετινή του νίκη και 30η συνολικά. Η ταχύτητα και η ψυχραιμία ήταν αυτά που διέκριναν τον Verstappen στο Zandvoort, ο οποίος πάει ολοταχώς για το ρεκόρ νικών σε μια σεζόν.
Mercedes: Η φετινή χρονιά αν μη τι άλλο είναι πολύ δύσκολη για τους πρωταθλητές των τελευταίων 8 ετών. Το μονοθέσιο τους, η W13, δεν είναι ανταγωνιστική και είναι πολύ δύσκολο το να κατανοηθεί από την ομάδα. Αν και μέσα στη σεζόν είδαμε την Mercedes να ανεβάζει απόδοση και να έρχεται πιο κοντά σε Red Bull και Ferrari, εντούτοις η συμπεριφορά του μονοθεσίου είναι δύσκολο να προβλεφτεί κάθε φορά. Ετσί μετά την εκπληκτική εμφάνιση στην Ουγγαρία, ακολούθησε η ψυχρολουσία του Spa. Στο Zandvoort όμως τα πράγματα άλλαξαν ξανά, μιας και η Γερμανική ομάδα ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστική τόσο στις κατατακτήριες, όσο και στον αγώνα. Η αλήθεια είναι πως στον έναν γύρο, η W13 υστερούσε ελάχιστα από τις RB18 και F1-75 ( αν και ο Wolff είναι σίγουρος πως χωρίς την κίτρινη σημαία στο τέλος του Q3 ίσως έπαιρναν την pole, εμείς πιστεύουμε ότι θα ήταν απλά στους τρεις πρώτους), στο Grand Prix της Κυριακής ωστόσο, η Mercedes ήταν σοβαρή διεκδικήτρια της νίκης. Οι πρωταθλητές δοκίμασαν κάτι εντελώς διαφορετικό, καθώς επιμήκυναν πολύ το πρώτο τους στιντ με τη μέση γόμα, ώστε να κάνουν μόλις ένα pitstop για να περάσουν σε σκληρή. Η συγκεκριμένη γόμα δούλεψε άψογα στην W13 και τα δύο ασημί βέλη έδειχναν ικανά για να πετύχουν τουλάχιστον το 2-3. Τo VSC στον 43ο γύρο τους επέτρεψε να ξαναπεράσουν στη μέση γόμα και πλέον, με τον Verstappen με τη σκληρή, ο Hamilton άρχισε την καταδίωξή του, με αργό, αλλά σταθερό ρυθμό. Περίπου 10 γύρους μετά έκανε την εμφάνισή του το Safety Car και η Mercedes, θέλοντας διακαώς τη νίκη, πήρε το ρίσκο να μην αλλάξει ελαστικά στον Hamilton ( με τον Max αντιθέτως να αλλάζει), ενώ ο Russell έβαλε την μαλακή γόμα. Η ομάδα του Wolff τα έπαιξε όλα για όλα, δείχνοντας μεγάλη επιθυμία να πάρει την πρώτη της φετινή νίκη. Δυστυχώς, αυτό που έπρεπε να φέρει εις πέρας ο Hamilton αποδείχθηκε πολύ δύσκολο, με τον Max να τον περνάει αμέσως στην επανεκκίνηση και έπειτα να χάνει άλλες δύο θέσεις από τους Russell και Leclerc, βλέποντας την καρό σημαία από την τέταρτη θέση. Ο νεαρός Βρετανός από την άλλη κατάφερε να κρατήσει ανετότατα πίσω του τον Leclerc, κατακτώντας μια σπουδαία δεύτερη θέση, ολοκληρώνοντας έτσι ένα πολύ δυνατό Σαββατοκύριακο για την ομάδα. Με εμφανίσεις ανάλογες του Zandvoort, η νίκη για τους «ασημί» σίγουρα δεν είναι μακρυά.
Fernando Alonso: Στην Ολλανδία ο Ισπανός συνέχισε το εντυπωσιακό του σερί με τερματισμούς στους βαθμούς, το οποίο κρατάει από το Ισπανικό Grand Prix. Όπως έχουμε ξαναπεί, από την μέση περίπου της σεζόν και έπειτα, η Alpine είναι καθαρά η τέταρτη ομάδα σε απόδοση, με τον Alonso, αλλά και τον Ocon να αποδίδουν εξαιρετικά, βοηθώντας έτσι την ομάδα να πετύχει τον στόχο της τέταρτης θέσης στο πρωτάθλημα. Μπορεί ο Ισπανός στο τέλος της σεζόν να αφήνει τους μπλε για την Aston Martin, αυτό όμως δεν έχει επηρεάσει στο ελάχιστο την απόδοσή του. Το Σάββατο, τόσο ο ίδιος, όσο και ο Esteban Ocon, δεν ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί, με τις δύο Alpine να μένουν εκτός Q3 μετά από αρκετό καιρό και τον Ισπανό να εκκινεί από την 13η θέση τον αγώνα. Στην εκκίνηση κατάφερε να διατηρήσει την θέση του μετά τις πρώτες στροφές, όντας ιδιαίτερα προσεκτικός με τους γύρω οδηγούς, μιας και το Zandvoort είναι αρκετά στενό. Από εκεί ξεκίνησε την άνοδο του στην κατάταξη, πραγματοποιώντας μερικά πολύ ωραία προσπεράσματα στο μεταξύ. Ο ρυθμός του από νωρίς φάνηκε πως ήταν για την δεκάδα, με τον Ισπανό να εκμεταλλεύεται πλήρως την μαλακή γόμα με την οποία εκκίνησε. Στον 12ο γύρο έκανε το πρώτο του pitstop, περνώντας στην σκληρή γόμα, με την οποία επίσης κατάφερε να είναι πολύ γρήγορος ( κάτι που σημειώθηκε από τις υπόλοιπες ομάδες όσο αφορά την χρήση της σκληρής γόμας) Στη μέση ακριβώς του αγώνα, ο Αlonso βρισκόταν στην 9η θέση, κυνηγώντας τον Lance Stroll για την 8η, και τελικά στον 48ο γύρο που βγήκε το VSC έκανε pitstop από την 7η θέση για την μαλακή γόμα. Περίπου 10 γύρους μετά, το Safety Car έκανε την εμφάνισή του και η επανεκκίνηση στον 60ο γύρο βρήκε τον Alonso εκ νέου στην 7η θέση. Στους 12 γύρους που έμειναν μέχρι την καρό σημαία, ο Ισπανός κατάφερε να κρατήσει με άνεση πίσω του τον Norris, ενώ ταυτόχρονα έμενε κοντά στους Sainz και Perez που βρισκόταν στην 5η και 6η θέση. Ο τερματισμός είδε τον Alonso να κατακτά τελικά την 6η θέση, καθώς ο Sainz είχε 5 δευτερόλεπτα ποινή για unsafe release στα pit και, σε συνδυασμό με την 9η θέση του Ocon, ολοκλήρωσε ακόμα ένα δυνατό αγωνιστικό τρίημερο για την Alpine. Με τους βαθμούς του Alonso, η γαλλική ομάδα κατάφερε να αυξήσει στους 24 την διαφορά της από την McLaren και με βάση την εικόνα που έχει δείξει η Α522, στη Monza αναμένουμε ένα ακόμα πιο δυνατό Σαββατοκύριακο από τον πρωταθλητή του 2005 και 2006.
Lance Stroll: Όπως έχουμε πει κι άλλες φορές, η σεζόν για την Aston Martin αποδείχτηκε πολύ δύσκολη, με την ομάδα να είναι πολύ μακρυά σε απόδοση από που περίμεναν και σίγουρα ήθελαν. Οι αναβαθμίσεις ωστόσο δείχνουν να βάζουν την AMR22 σε μια σωστή τροχιά με τους Vettel και Stroll μάλιστα να φέρνουν αποτελέσματα πολύ ανώτερα από αυτά που ίσως τους επιτρέπει θεωρητικά το αυτοκίνητό τους. Μετά το Βέλγιο, όπου ο Vettel οδήγησε εκπληκτικά, ήταν η ώρα του Lance Stroll να φέρει ένα ακόμα δυνατό αποτέλεσμα στην Ολλανδία. Ο Καναδός από την αρχή του τριημέρου έδειξε μια πολύ καλή εικόνα, η οποία εξαργυρώθηκε στις κατατακτήριες, με τον Stroll να περνάει εμφατικά στο Q3 και να εκκινεί τελικά τον αγώνα από την 10η θέση. Στο Grand Prix της Κυριακής, εκκίνησε με τα μαλακά ελαστικά, κατορθώντας να διατηρήσει τη θέση του και στον 16ο γύρο έκανε το πρώτο του pitstop για να περάσει στην μέση γόμα. Καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα βρισκόταν μέσα στη δεκάδα και έδειχνε πως μπορεί να ανταγωνιστεί στα ίσα και μονοθέσια θεωρητικά καλύτερα από το δικό του. Εκμεταλλεύτηκε και αυτός το VSC του 48ου γύρου για να περάσει σε σκληρή γόμα και έπειτα το SC του 57ου γύρου για να βάλει την μαλακή γόμα. Έτσι η επανεκκίνηση του 60ου γύρου τον βρήκε στην 10η θέση, όπου και τελικά τερμάτισε, κρατώντας άνετα πίσω του τον Pierre Gasly, ενώ ταυτόχρονα έδινε μάχη για την 9η θέση ( και ίσως και 8η με την ποινή του Sainz) με τον Esteban Ocon. Σύμφωνα με τον ίδιο, το timing των VSC και SC δεν τον ευνόησε, δηλώνοντας πως θα μπορούσε να έχει τερματίσει στην 7η θέση με την ταχύτητα που είχε. Ωστόσο, για τον ίδιο, αλλά και την ομάδα του, η δέκατη θέση και η συνολική του εμφάνιση κρίνονται εξαιρετικές, ενώ ο έστω ένας βαθμός είναι υπερπολύτιμος για την Aston Martin στη μεγάλη μάχη που δίνει για την 7η θέση στο πρωτάθλημα με τις Haas και AlphaTauri, ιδίως απο τη στιγμή που αυτές οι δύο ομάδες έφυγαν από την Ολλανδία με άδεια χέρια.
Ποιοι δεν μας εντυπωσίασαν
Ferrari: Η Scuderia έδω και μερικούς αγώνες δείχνει να έχει βρεθεί σε τέλμα, από το οποίο δεν υπάρχει έξοδος στον ορίζοντα. Τα λάθη στη στρατηγική, τα λάθη των οδηγών, τα μηχανικά προβλήματα συμπληρώνονται εδώ και κάποιους αγώνες και από την γενική πτώση στην απόδοση του μονοθεσίου ( είτε αυτη οφείλεται στο setup, στις αναβαθμίσεις ή σε συνδυασμό αυτών). Μετά το Spa, όπου η F1-75 δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί την RB18 στον αγώνα ( με τον Binotto να το αποδίδει στο setup που αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει η ομάδα), στο Zandvoort, η Ferrari ήταν εν πολλοίς κατώτερη και από την Mercedes. Θεωρητικά η πίστα ταίριαζε περισσότερο στο μονοθέσιο των κόκκινων και την Παρασκευή, αλλά και το Σάββατο κάτι τέτοιο φάνηκε να ισχύει, αφού η Ferrari έκανε το 2-3 στις κατατακτήριες, χάνοντας μάλιστα την pole στις λεπτομέρειες από ένα μικρό λάθος του Leclerc. Την Κυριακή ωστόσο η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική. Παρά την καλή εκκίνηση των Sainz και Leclerc, έγινε από νωρίς αντιληπτό ότι ο Max Verstappen έχει ανώτερο ρυθμό και πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να τον ανταγωνιστούν ( με τον Sainz μάλιστα να έχει και μια μικρή ζημιά στο πάτωμα από μια μικροεπαφή με τον Hamilton στην εκκίνηση). Ο Leclerc αν και διατηρούνταν στη δεύτερη θέση, δεν είχε τον απαραίτητο ρυθμό για να κυνηγήσει την νίκη, καθώς τόσο με την μαλακή, όσο και με την μέση και σκληρή γόμα, το μονοθέσιο δεν φαινόταν ανταγωνιστικό. Η στρατηγική της Mercedes, αλλά και ο ρυθμός της W13 τον έφεραν στην 4η θέση μετά το VSC, με τον Leclerc να καταφέρνει τελικά να ανέβει στο βάθρο, προσπερνώντας τον Lewis Hamilton μετά το Safety Car ( σ.σ. ο Μονεγάσκος έκανε pitstop για μαλακή γόμα στον 57ο γύρο). Ο αγώνας του Sainz από την άλλη μόνο ως εφιαλτικός μπορεί να χαρακτηριστεί. Όπως είπαμε η μικροζημιά στο πάτωμα, τον έκανε να χάσει νωρίς επαφή με τις πρώτες θέσεις. Στο πρώτο του pitstop στον 12ο γύρο ήρθε η απόλυτη καταστροφή, καθώς έχασε 12 δευτερόλεπτα λόγω ασυνεννοησίας των μηχανικών, ωστε να βγει 6ος στην πίστα, πολύ μακρυά όμως από τους προπορευόμενους. Με τον κακό του ρυθμό όλα έδειχναν ότι θα τερματίσει εκεί τον αγώνα, όμως τα δράματα δεν σταματούν εδώ. Στον 57ο γύρο και ενώ έκανε pitstop υπό καθεστώς SC, τιμωρήθηκε με 5 δευτερόλεπτα για unsafe release και παρά το ότι στην επανεκκίνηση κατόρθωσε να περάσει τον Perez για την 5η θέση, δεν κατάφερε ποτέ να απομακρυνθεί και έτσι στην τελική κατάταξη τερμάτισε μόλις στην 8η θέση, ολοκληρώνοντας άλλο ένα μέτριο προς κακό Σαββατοκύριακο για την Ferrari. Η Scuderia δείχνει πραγματικά να μην ξέρει που βαδίζει με τα λάθη να είναι πολυεπίπεδα και πλέον περισσότερο πρέπει να τους ενδιαφέρει να διατηρήσουν την δεύτερη θέση από την Mercedes, καθώς οι τίτλοι ουσιαστικά έχουν χαθεί.
Sergio Perez: Την ώρα που ο Max Verstappen κατακτούσε άλλη μια νίκη στο Zandvoort, ο Sergio Perez είχε ένα κακό και δύσκολο τριήμερο στην Ολλανδία. Ήδη από την Παρασκευή έδειξε πως δεν μπορεί να βρει τον ρυθμό και τα πατήματά του στην πίστα ( αν και η Red Bull δεν ήταν συνολικά καλή στα πρώτα δύο FP). Το Σάββατο, την ώρα που ο Verstappen έδειξε ότι βρήκε αυτό που έλειπε και ήταν άκρως ανταγωνιστικός, ο Checo συνέχισε να δυσκολεύεται, τόσο στο να βρει το ιδανικό setup, αλλά και στο να κάνει τα ελαστικά του να λειτουργήσουν σωστά. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να μην τα πάει ιδιαίτερα καλά στις κατατακτήριες, στις οποίες κατέκτησε την 5η θέση, έχοντας όμως κάνει λάθος στην στροφή 13 στον τελευταίο του γύρο ( συμβάν που ανάγκασε τους κριτές να δείξουν κίτρινη σημαία, χαλώντας ουσιαστικά την τελευταία προσπάθεια των Mercedes). Το Grand Prix επίσης ήταν δύσκολο για τον Μεξικανό, καθώς σε καμία περίπτωση δεν κατόρθωσε να έχει τον ρυθμό των πρωτοπόρων. Μετά την εκκίνηση διατηρήθηκε στην 5η θέση, χωρίς να μπορεί να πλησιάσει τους 4 πρώτους, και με τον George Russell επίσης να μειώνει σιγά σιγά τη διαφορά του μετά το προσπέρασμα επί του Norris. Το κακό pitstop της Ferrari στον Sainz του έδωσε μια θέση ( μπήκαν μαζί με τον Ισπανό και ο Perez μάλιστα πάτησε ένα αερόκλειδο της Ferrari στην έξοδό του) και έτσι ο Perez ανέβηκε σταδιακά μέχρι την 3η, όταν οι δύο Mercedes έκαναν το δικό τους pitstop. Ωστόσο, ο Hamilton βγήκε στην πίστα πολύ κοντά στον Μεξικανό και εκεί φάνηκε αμέσως η διαφορά στον ρυθμό. Ο Perez ήταν πιο αργός και ήταν ζήτημα χρόνου για τον Hamilton να τον περάσει. Η μάχη τους δεν κράτησε πάνω από δύο γύρους και τελικά ο Perez μπήκε για pitstop βάζοντας την σκληρή γόμα και επέστρεψε 5ος στην πίστα, χωρίς να γράφει ιδιαίτερα ανταγωνιστικούς χρόνους. Στο Safety Car του 57ου γύρου σταμάτησε για τη μέση γόμα, αλλά κατά την επανεκκίνηση έχασε την 5η θέση από τον Sainz. Ο Checo δεν μπορεσε στους επόμενους γύρους να περάσει τον Ισπανό και έτσι είδε την καρό σημαία στην 6η θέση, που έγινε 5η με την ποινή του οδηγού της Ferrari. Μπορεί να πήρε καλούς βαθμούς για την ομάδα του, η προσωπική του απόδοση όμως κρίνεται μέτρια, ιδίως από την στιγμή που ο teammate του κέρδισε άλλον έναν αγώνα φέτος.
Daniel Ricciardo: Στην αρχή της σεζόν, ο συμπαθής Αυστραλός βρισκόταν αρκετά συχνά στη λίστα του « Ποιοι δεν μας εντυπωσίασαν», καθώς οι εμφανίσεις του δεν ήταν αντάξιες του ονόματός του, ούτε φυσικά και της McLaren. Όσο περνούσαν οι αγώνες, τόσο περισσότερο αυτές οι εμφανίσεις γινόταν κανονικότητα, με τον Daniel να είναι συνεχώς εκτός δεκάδας, με ελάχιστη συγκομιδή βαθμών και την Βρετανική ομάδα ουσιαστικά να στηρίζει τις ελπίδες της αποκλειστικά στον Lando Norris. Στο Ολλανδικό Grand Prix όμως ο Ricciardo ήταν, χωρίς καμία υπερβολή, πολύ κακός και ίσως ήταν ο χειρότερος αγώνας στην καριέρα του. Ενώ η McLaren έδειξε πολύ καλά στοιχεία από την Παρασκευή ( στην Ferrari μάλιστα δήλωσαν εντυπωσιασμένοι με την ταχύτητα τους), μόνο ο Lando Norris συνέχισε στο ίδιο τέμπο τις επόμενες δύο μέρες. Ο Ricciardo από την άλλη επέστρεψε σε αυτό που μας έχει συνηθίσει το 2022. Αποκλεισμός στο Q1 το Σάββατο, κατακτώντας μόλις την 17η θέση για τον αγώνα της Κυριακής, την ωρα που ο Norris περνούσε με ευκολία στο Q3. Στο Grand Prix τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα. Ο Αυστραλός ήταν κυριολεκτικά άφαντος, χωρίς να μπορεί να ξεκολλήσει στιγμή από τις τελευταίες θέσεις. Ακόμα και τα πλάνα του σκηνοθέτη ήταν σχεδόν ανύπαρκτα για τον οδηγό της McLaren. Ο ίδιος δεν μπόρεσε να βρει σαφή αίτια για αυτή του την απόδοση, η οποία στον τερματισμό τον έφερε στην 17η θέση, μπροστά μόνο από τον Nicholas Latifi ( Bottas και Tsunoda εγκατέλειψαν). Δυστυχώς δεν φαίνεται φως στην άκρη του τούνελ και η απομάκρυνσή του από το κόκπιτ της McLaren ήταν φυσική εξέλιξη. Σωστά κατά τη γνώμη μας, ειδικά όταν κάνει εμφανίσεις όπως του Zandvoort.
-
Κάντε μας like στο facebook
-
Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
- Ακούστε τις εκπομπές μας στο Spotify
- Μπείτε στον server μας στο Discord
Haas: Άλλο ένα τριήμερο όπου η Αμερικανική ομάδα απέδωσε χειρότερα από τις δυνατότητές της. Αν και φέτος η Haas έχει παρουσιάσει ένα πολύ καλό μονοθέσιο, αρκετά συχνά λόγω δικών της λαθών δεν παίρνει αυτό που της αξίζει και φεύγει με άδεια χέρια από τα Grand Prix. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί και ο αγώνας στην Ολλανδία. Η πίστα ταίριαζε πολύ καλύτερα στην VF-22, κάτι που απέδειξε περίτρανα και ο Mick Schumacher, πραγματοποιώντας εξαιρετικές κατατακτήριες και κατακτώντας τελικά την 8η θέση. Σίγουρα ο αγώνας ξεκίνησε γι αυτούς με τους καλύτερους οιωνούς και την ελπίδα για κατάκτηση βαθμών. Η εξέλιξη όμως δεν ήταν ανάλογη. Αρχικά ο Kevin Magnussen, ο οποίος εκκινούσε από την 18η θέση, είχε μια έξοδο στον τρίτο γύρο στη στροφή 2, προσπαθώντας να ανελιχθεί γρήγορα στην κατάταξη, με αποτέλεσμα να αγγίξει τις μπαριέρες με τον πίσω αριστερό τροχό του. Κατάφερε να συνεχίσει, όμως είναι σίγουρο ότι το συμβάν, εκτός από το μονοθέσιο του, επηρεάσε και τον ίδιο, ενώ πέφτωντας τελευταίος δεν είχε πολλές πιθανότητες για διάκριση σε μια πίστα που το track position παίζει μεγάλο ρόλο. Όσο αφορά τον Mick Schumacher, ο Γερμανός εκκίνησε καλά και διατήρησε την θέση του, όμως η καταστροφή ήρθε στον 13ο γύρο, όταν μπήκε για pitstop. Ένα πρόβλημα με ένα αερόκλειδο κόστισε πάνω από δέκα δευτερόλεπτα σε χρόνο και μαζί με αυτό στέρησε τις όποιες ελπίδες της ομάδας και του οδηγού για βαθμούς, αφού όχι μόνο έχασε πολλές θέσεις, αλλά και η ίδια η στρατηγική της Haas μετέπειτα δεν τον βοήθησε καθόλου να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Έτσι η Haas έφυγε χωρίς βαθμούς από το Zandvoort, κάτι που σίγουρα δεν άρεσε στην ομάδα, καθώς δίνει μάχη για την 7η θέση με τις AlphaTauri και Aston Martin και κάθε βαθμός μετράει, αν αναλογιστούμε πως τρεις αυτές ομάδες «παίζουν» μόλις ανάμεσα σε 9 βαθμούς.