Το αυτοκινητοδρόμιο του Sitges-Terramar αποτέλεσε έναν από τους πιο υποσχόμενους αγωνιστικούς προορισμούς, με εξωγενείς παράγοντες να το περιορίζουν άδοξα στις παρυφές της ιστορίας στον μηχανοκίνητο αθλητισμό.
Η ιστορία των αγώνων ταχύτητας και γενικά η ανθρώπινη ιστορία είναι γεμάτη θρύλους και ένα από τα ερωτήματα που προκαλούν ίντριγκα είναι «Τι θα γινόταν εάν…;». Εξάλλου, οι υποθέσεις που προέρχονται από αυτό το ερώτημα τυχαίνει να οδηγούν σε μερικές από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες· μια μικρή αλλαγή σε μια σειρά γεγονότων θα επέφερε μια εναλλακτική πραγματικότητα.
Με βάση το παραπάνω, φανταστείτε στις αρχές του 20ου αιώνα, στο απόγειο του γοήτρου και της εφευρετικότητας γύρω από την αυτοκίνηση, το άνοιγμα μιας πίστας στην ηπειρωτική Ευρώπη που σταδιακά εξελίχθηκε σε ιερό προορισμό των αγώνων ταχύτητας. Ένα όνομα συνώνυμο του μηχανοκίνητου προορισμού που ξυπνά αμέσως μνήμες γύρω από δραματικές στιγμές και photo finishes. Ένα όνομα τόσο ξεχωριστό όσο η Indianapolis, το Μονακό και το Le Mans.
Το όνομα αυτό θα μπορούσε να είναι…
…το Terramar.
Η συγκεκριμένη πίστα είχε κατασκευαστεί κοντά στο Sitges της Ισπανίας, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη 35 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Βαρκελώνης. Αποτελούσε κομμάτι ενός μεγαλύτερου project για δημιουργία αστικού κήπου τελευταίας τεχνολογίας με εστιατόρια, ξενοδοχεία, ένα καζίνο, οδικό δίκτυο προς κοντινά αεροδρόμια και εγκαταστάσεις γκολφ. Το αυτοκινητοδρόμιο από μόνο του είχε προτεραιότητα στις κατασκευαστικές εργασίες και θα αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των υποδομών.
Όπως ήταν προσχεδιασμένο, το Terramar αποτελούσε μια οβάλ πίστα πολύ υψηλών ταχυτήτων, επιτρέποντας την κατασκευή των επιπρόσθετων υποδομών γύρω από τη διαδρομή αλλά και στο εσωτερικό της. Όντας χαρακτηριστική για τις έντονα κεκλιμένες στροφές που παρέπεμπαν στην ήδη διάσημη τότε πίστα του Brooklands στην Αγγλία, η οβάλ χάραξη ήταν μικρότερη σε μήκος (γύρω στα δύο χιλιόμετρα) ώστε να καταστήσει το θέαμα των αγώνων μεγαλύτερο και πιο προσιτό στους παρευρισκόμενους θεατές.
Ξεκινώντας από τον Σεπτέμβριο του 1922, η πίστα σχεδιάστηκε και θεμελιώθηκε σε 300 μόλις ημέρες, με το συνολικό κόστος να ανέρχεται στα τέσσερα εκατομμύρια ισπανικές πεσέτες (περίπου 25.000 δολάρια σε αξία τότε). Το τελικό αποτέλεσμα δικαίωσε απόλυτα όλες τις προσδοκίες και η περιοχή έμοιαζε το ίδιο εντυπωσιακή όπως προέβλεπαν οι αρχικοί υπολογισμοί. Οι στροφές διαμορφώθηκαν με τη χρήση τσιμέντου και θέα προς τους λόφους που τις περιτριγύριζαν, μένοντας στην ιστορία ως οι πιο έντονα κεκλιμένες στροφές μόνιμης διαδρομής για αγώνες ταχύτητας. Παρουσίαζαν προοδευτική αύξηση κλίσης και αυτή, στο υψηλότερο σημείο τους, ξεπερνούσε τις 60 μοίρες – η σύγχρονη οβάλ πίστα της Daytona απαρτίζεται από στροφές που έχουν τη μισή κλίση. Εξαιτίας αυτού του παράγοντα, τα αγωνιστικά αυτοκίνητα της περιόδου που γίνεται λόγος μπορούσαν εύκολα να κινηθούν αδιάκοπα στο Terramar με τέρμα γκάζι, εφόσον βέβαια είχαν το θάρρος οι οδηγοί.
Διαβάστε επίσης: 1993 Bravo S931 Judd – Hola España
Το Terramar δεν ήταν τεχνική πίστα αλλά απαιτούσε οπωσδήποτε αυτοπεποίθηση από τη μεριά των οδηγών και των ικανοτήτων τους, καθώς και αξιοπιστία στα μηχανικά μέρη των αυτοκινήτων. Το να τιθασεύσει κάποιος ένα αυτοκίνητο προδιαγραφών Grand Prix σε ταχύτητες άνω των 160 km/h στο ψηλότερο σημείο των στροφών, γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει δείγμα προστατευτικού τοίχου ή φράκτη και ότι ένα απλό οδηγικό λάθος ή μηχανικό πρόβλημα θα σημάνει πιθανότατα το τέλος της ζωής του, προϋπέθετε ακλόνητο κουράγιο και απάθεια απέναντι στον κίνδυνο. Επομένως, είναι σχεδόν βέβαιο πως το Terramar θα προσέλκυε την καλύτερη φουρνιά οδηγών από όλο τον κόσμο.
Παρόλο που η μόνιμη πίστα του Brooklands μετρούσε ήδη μια δεκαετία ύπαρξης, οι αρχές των 1920s χαρακτηρίστηκαν από μια μεγάλη σειρά κατασκευής πιστών στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, το αυτοκινητοδρόμιο της Monza στην Ιταλία μόλις είχε θεμελιωθεί για τη σεζόν του 1922 και, παρά το γεγονός ότι αποτελείτο από την οβάλ αλλά και την συμβατική χάραξη τύπου road course, η οβάλ χάραξη είχε στροφές με κλίση μόλις 21 μοιρών και όχι 40 όπως γνωρίζουν οι περισσότεροι λάτρεις του motorsport σήμερα (η αύξηση της κλίσης στη Monza είχε λάβει χώρα αργότερα, στα 1950s). Επίσης, ο μηχανοκίνητος αθλητισμός είχε βρει ένα σχεδόν «μόνιμο σπίτι» στο Le Mans της Γαλλίας, με το μικρότερο Circuit de la Sarthe (μήκους 17,2 χιλιομέτρων και οριοθετημένο ακόμη σε δημόσιους δρόμους) να καθιερώνεται σταδιακά ως το ιερό έδαφος του δημοφιλούς 24ωρου αγώνα αντοχής.
Επομένως, με την ολοκλήρωση των εργασιών στο επιβλητικό Terramar, η Ισπανία κατείχε ενδεχομένως την πιο εξελιγμένη και εντυπωσιακή πίστα στον κόσμο – ή τουλάχιστον στην ηπειρωτική Ευρώπη ώστε να φιλοξενεί διοργανώσεις διεθνούς βεληνεκούς. Ωστόσο, η περιοχή σήμερα είναι περιορισμένη στην αφάνεια εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Τι ακριβώς συνέβη;
Ακόμα και κατά την περίοδο κατασκευής της πίστας υπήρχαν οικονομικά προβλήματα. Λόγω της δυσμενούς κατάστασης που οδηγήθηκε η χώρα από τον μεγάλο πληθωρισμό, τα κατασκευαστικά συμβόλαια αποδείχθηκαν λίαν συντόμως απρόσιτα σε μεγάλο βαθμό και γι’ αυτό πολλές υποδομές παρέμειναν ανολοκλήρωτες. Προστέθηκαν ελάχιστοι από τους επιπρόσθετους χώρους επίδειξης και αρκετά τμήματα της διαδρομής, όπως οι εξέδρες στην ευθεία εκκίνησης/τερματισμού, αφέθηκαν σε ημιτελές στάδιο.
Ανεξαρτήτως της κατάστασής της και της εικόνας που προμήνυε την δεδομένη σύντομη εγκατάλειψή της, η πίστα είχε την τιμή να φιλοξενήσει το πρώτο Grand Prix Ισπανίας στα χρονικά (δεύτερο αν προσμετρηθεί ο αγώνας του 1913 στην Guadarrama με την ονομασία RACE Grand Prix). Το event διοργανώθηκε βιαστικά στις 28 Οκτωβρίου του 1923, με συνολικά 35.000 θεατές να μαζεύονται στο Sitges-Terramar ώστε να παρακολουθήσουν έναν αγώνα 200 γύρων για δίλιτρα μονοθέσια. Σε ένα σχετικά αποδεκτό grid για εκείνη την εποχή, η σχάρα εκκίνησης αποτελέστηκε από επτά αυτοκίνητα τύπου Grand Prix και Indianapolis 500, με τα βλέμματα να εστιάζονται κυρίως στο Miller Special και το βρετανικό Sunbeam που είχε κερδίζει το Grand Prix Γαλλίας νωρίτερα στη χρονιά.
Ο αγώνας δεν εξελίχθηκε σε παγίδα θανάτου όπως πολλοί φοβήθηκαν και η υπόθεση νίκη κρίθηκε από μια μονομαχία μεταξύ Albert Divo (Sunbeam) και Louis Zborowski (Miller). Πολλοί από τους συμμετέχοντες ήρθαν αντιμέτωποι με μηχανικά προβλήματα και αστάθεια στις κεκλιμένες στροφές. Οι στρατηγικές των pit stops κράτησαν αμείωτο το ενδιαφέρον των παρευρισκόμενων και η καρό σημαία έπεσε μετά από 2 ώρες και 48 λεπτά, με τον Divo να επικρατεί του Zborowski κατά 50 δευτερόλεπτα – η πρώτη του μεγάλη νίκη.
-
Κάντε μας like στο facebook
-
Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
-
Μπείτε στον server μας στο Discord
Στις επόμενες ημέρες, το Terramar φιλοξένησε μια σειρά αγώνων για μοτοσικλέτες όπως και ένα event για αυτοκίνητα μικρού μεγέθους και κυβισμού (voiturette), ολοκληρώνοντας μια πλήρη εβδομάδα αγωνιστικού προγράμματος. Αυτή έμελλε να είναι και η μοναδική εβδομάδα συστηματικής χρήσης της πίστας. Το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1920 την βρήκε να αξιοποιείται σποραδικά για events με μοτοσικλέτες και το 1929, το έδαφός της πέρασε πλήρως στην ιδιοκτησία του κράτους. Υπήρξαν σχέδια να αναβιωθεί η περιοχή για διοργάνωση κάποιων αγώνων στα 1930s, μέχρι να αποσυρθεί κάθε ιδέα και σκέψη επί τούτου λόγω του ισπανικού εμφυλίου πολέμου.
Αξίζει να τονιστεί το παράδοξο γεγονός πως, παρά τα πολλά χρόνια στα οποία υπήρξε εγκαταλελειμμένη, η πίστα στο σύνολό της δεν καταστράφηκε και η χάραξη παραμένει σχετικά αρτιμελής έως σήμερα. Το έδαφος της περιοχής έχει αξιοποιηθεί για ποικίλες χρήσεις, με κυρίαρχη όλων την στέγαση μιας φάρμας πουλερικών. Κατά καιρούς έχουν πραγματοποιηθεί επιδείξεις αυτοκινήτων μέσω της Red Bull και της φημισμένης σειράς The Grand Tour, όμως οι αγώνες ταχύτητας δεν επέστρεψαν ποτέ στο Terramar.
Το Sitges-Terramar θεωρείται μία από τις περιπτώσεις που πολλές φορές εγείρεται το ερώτημα «Τι θα γινόταν εάν…;». Ένας θρύλος που, λόγω εξωγενών παραγόντων, δεν απέκτησε ποτέ το μέγεθος που θα περίμεναν οι ιθύνοντες γύρω από τη δημιουργία του.