Ο κόσμος των μηχανοκίνητων σπορ έχει χαρίσει στο παγκόσμιο στερέωμα πάμπολλες καινοτομίες που σχετίζονται με τον σχεδιασμό και την μηχανολογία. Με βάση αυτό το γεγονός, η νέα μας εξερεύνηση στο αγωνιστικό παρελθόν θα εστιάσει στην Tyrrell P34, ένα από τα πιο μοναδικά αγωνιστικά μονοθέσια όλων των εποχών.
Το παγκόσμιο πρωτάθλημα της Formula 1 γνώρισε ήδη κατακόρυφη τεχνολογική πρόοδο από τα πρώτα χρόνια ύπαρξής του. Οι ομάδες, προκειμένου να μπορέσουν να βρουν αυτό το κάτι παραπάνω που θα τις οδηγούσε στην επιτυχία, έπρεπε να επεκτείνουν περισσότερο την σχεδιαστική και μηχανολογική τους φιλοσοφία. Αυτό οδήγησε στη γέννηση μονοθεσίων που χαρακτηρίζονταν από πρωτοποριακές και συνήθως τρελές για την εποχή τους καινοτομίες, οι οποίες σχετίζονταν με την αεροδυναμική, την χρήση αποτελεσματικότερων υλικών κατασκευής καθώς και την δομή πολύπλοκων αλλά και αξιόπιστων μηχανικών συνόλων.
Η κατάσταση αυτή άρχισε σταδιακά να τίθεται εκτός ελέγχου από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Ήταν η περίοδος που η πλειοψηφία των ομάδων αξιοποιούσε προκαθορισμένες σχεδιαστικές τεχνικές και μηχανικά τμήματα, τα οποία είχε φανεί πως αποτελούν τη «συνταγή» για την θεμελίωση γρήγορων μονοθεσίων που μπορούσαν να δώσουν νίκες. Σχεδόν όλες οι ομάδες του πρωταθλήματος –με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως η Ferrari– χρησιμοποιούσαν τον ίδιο κινητήρα V8 DFV της Ford-Cosworth, το ίδιο κιβώτιο ταχυτήτων της Hewland και τον ίδιο τύπο ελαστικών που παρείχε η Goodyear. Έτσι, ήταν πολύ δύσκολο για τις ομάδες αυτές να βρουν κάποιο πλεονέκτημα που θα έδινε υπεροχή στην απόδοση των αγωνιστικών τους.
Σε μια απόπειρα εύρεσης της υπεροχής αυτής, μία από τις ομάδες που έκανε το βήμα παραπάνω και προχώρησε σε μια ασυνήθιστη και εναλλακτική προσέγγιση σχεδιασμού ήταν η Tyrrell.
Μέσα στο 1975 ο υπεύθυνος σχεδιαστής της ομάδας, Derek Gardner, αποφάσισε να διαφοροποιήσει πλήρως το μοντέλο 007 και να προχωρήσει σε ένα εντελώς πρωτόγνωρο αγωνιστικό σύνολο για το πρωτάθλημα του 1976, το Project 34. Το σύνολο αυτό θα είχε έξι τροχούς, με το μπροστινό τμήμα να αποτελείται από τέσσερις ειδικούς τροχούς που θα συνδέονταν σε δύο ξεχωριστούς άξονες και θα ήταν αρκετά μικροί, ώστε να «κρύβονται» από την μεγάλη εμπρόσθια αεροτομή. Οι δύο πίσω τροχοί με τη σειρά τους θα ήταν πολύ μεγαλύτεροι, με διάμετρο 25 εκατοστών.
Αυτή η προσέγγιση αποσκοπούσε στην μείωση της αντίστασης του αέρα στο μπροστινό τμήμα του μονοθεσίου, λόγω του μικρού μεγέθους των τροχών, και στην καθαρότερη ροή του αέρα γύρω από το συνολικό πλαίσιο. Αυτό, σε συνδυασμό με τον μεγαλύτερο αριθμό τροχών θα βοηθούσε στην αποτελεσματικότερη μεταφορά της ισχύος στην άσφαλτο και σε υψηλότερη τελική ταχύτητα, καθώς και στην καλύτερη κατευθυντικότητα του μονοθεσίου στις στροφές.
Στην αρχή, αυτή η ασυνήθιστη προσέγγιση δεν αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη σοβαρότητα. Σύμφωνα με τις σχετικές πηγές, όταν ο παλαίμαχος και πρώην οδηγός της Tyrrell, Jackie Stewart, ενημερώθηκε από τον Gardner για τα σχέδια που είχε εκείνος σχετικά με το νέο μονοθέσιο, σχεδόν πνίγηκε από τα γέλια ενώ έπινε νερό εκείνη τη στιγμή.
Παρόλ’ αυτά, το πρότζεκτ στηρίχθηκε εμπεριστατωμένα και εν τέλει αποφασίστηκε να προωθηθεί η περαιτέρω ανάπτυξή του. Η διαδικασία χαρακτηρίστηκε από μυστικότητα, τόσο μεγάλη που σύμφωνα με τον έναν από τους οδηγούς της Tyrrell, τον Jody Scheckter, οι οδηγοί δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για το τι σχεδίαζε η ομάδα. Το ίδιο φυσικά ίσχυσε και για το ευρύ δημοσιογραφικό κοινό το οποίο, όπως ήταν λογικό και αναμενόμενο, έμεινε στήλη άλατος μόλις αντίκρισε την νέα Tyrrell P34.
Τελικά, το νέο μονοθέσιο έκανε την παρθενική του εμφάνιση στις 2 Μαΐου του 1976, στο Ισπανικό Grand Prix. Η Tyrrell έφερε μόλις μία έκδοση της νέας P34 και την έδωσε στον Γάλλο Patrick Depailler, ενώ ο δεύτερος οδηγός της ομάδας, Jody Scheckter, συμμετείχε στον αγώνα με το πιο συμβατικό μοντέλο 007. Η P34, έχοντας δοκιμαστεί εκτεταμένα στο παρελθόν, αποδείχθηκε αρκετά ανταγωνιστική από την αρχή του αγώνα αλλά ο Depailler ενεπλάκη σε ένα ατύχημα και δυστυχώς εγκατέλειψε. Από τον αγώνα του Βελγίου κι έπειτα η ομάδα παρείχε το νέο μονοθέσιο και στους δύο οδηγούς της, σημειώνοντας διπλό τερματισμό στο βάθρο στο θρυλικό Μονακό πίσω από τον νικητή του αγώνα, Niki Lauda.
Η ιστορική στιγμή για την P34 ήρθε στον αγώνα της Σουηδίας και την πίστα του Anderstorp, όταν ο Scheckter τελικά κέρδισε έχοντας ξεκινήσει πρώτος, με τον Depailler να τερματίζει 2ος. Η Tyrrell P34 έγινε το πρώτο 6τροχο μονοθέσιο που κέρδισε σε επίσημο αγώνα του παγκοσμίου πρωταθλήματος.
Παρά το γεγονός ότι το μονοθέσιο σημείωσε άλλους 6 τερματισμούς στη 2η θέση στους υπόλοιπους 9 αγώνες της σεζόν, σε αντίθεση με τον Depailler, ο Scheckter δεν το επικροτούσε και το χαρακτήρισε με την ωμή φράση “piece of junk”. Ο χαρακτηρισμός αυτός προερχόταν κυρίως από τα συχνά μηχανολογικά προβλήματα που παρουσίαζε το σύστημα φρένων, την πολύ έντονη υποστροφή που προκαλούσε η γρήγορη φθορά των μικρών μπροστινών τροχών και την περίεργη συμπεριφορά του μονοθεσίου σε ανώμαλες ασφάλτινες επιφάνειες, οι οποίες ήταν πολύ συνήθεις στις πίστες εκείνης της εποχής.
Η σεζόν του 1976 έκλεισε και βρήκε την ομάδα της Tyrrell στην 3η θέση της βαθμολογίας ομάδων, επίδοση που σίγουρα δεν θεωρείται ευκαταφρόνητη. Ο Jody Scheckter αποχώρησε και μεταφέρθηκε στην ομάδα του Walter Wolf, με την Tyrrell να βρίσκει τον αντικαταστάτη του στον Σουηδό Ronnie Peterson.
Η P34 διατηρήθηκε για την επόμενη χρονιά και δέχτηκε περαιτέρω μετατροπές και διαφοροποιήσεις, οδηγώντας στην P34B. Οι σχεδιαστικές πινελιές που ενσωματώθηκαν στο εξελιγμένο μονοθέσιο στόχευαν σε ακόμα πιο σταθερές αεροδυναμικές επιδόσεις, ενώ πραγματοποιήθηκαν κάποιες ανασχεδιαστικές αλλαγές στο πλαίσιο ώστε να χωρέσει μέσα σε αυτό ο Peterson, ο οποίος ήταν αρκετά ψηλός.
Παρά τις αλλαγές, η νέα P34B ήταν πιο πλατιά σε διαστάσεις και πιο βαριά. Επίσης, παρά το γεγονός ότι ο Peterson έκανε κάποιους καλούς αγώνες, όπως και ο Depailler, το μονοθέσιο δεν ήταν τόσο καλό όσο ήταν στην προηγούμενή του μορφή. Η πτώση στις επιδόσεις οφειλόταν σε διάφορους παράγοντες όπως το αυξημένο βάρος, το οποίο καταπονούσε περισσότερο το ήδη προβληματικό σύστημα φρένων. Επιπλέον, η Goodyear δεν προσέφερε σχεδόν καμία βοήθεια όσον αφορά την εξέλιξη των ειδικών μικρών ελαστικών του μπροστινού μέρους. Ως εκ τούτου, σταδιακά εξαλείφθηκε ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα τους, δηλαδή το υψηλό κράτημα του εμπρόσθιου τμήματος του μονοθεσίου στις στροφές.
Τελικά, οι δύο οδηγοί της ομάδας σημείωσαν μόλις 7 και 8 τερματισμούς αντίστοιχα στους 17 αγώνες της χρονιάς και τα αποτελέσματα ήταν αρκετά μέτρια. Έτσι, η Tyrrell εγκατέλειψε το Project 34 και επέστρεψε στα συμβατικά τετράτροχα μονοθέσια, σχεδιάζοντας το μοντέλο 008 για τη σεζόν του 1978 και ελπίζοντας πως κάποιοι συλλέκτες αυτοκίνητων θα διατηρήσουν ζωντανό το θαρραλέο της δημιούργημα για το μελλοντικό κοινό.
Κατά τη διάρκεια της συμμετοχής της Tyrrell P34 στο παγκόσμιο πρωτάθλημα και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, υπήρξαν κι άλλες ομάδες που αποπειράθηκαν να κάνουν την είσοδο τους στη Formula 1, χρησιμοποιώντας μονοθέσια με 6 τροχούς.
Οι κυριότερες περιπτώσεις που μας είναι διαθέσιμες και μπορούμε να παραθέσουμε ώστε να αναζητήσει περισσότερα ο κάθε ενδιαφερόμενος είναι τρεις: η Ferrari 312T6, η March 2-4-0 και η Williams FW07D. Όλα αυτά τα μονοθέσια αποτελούσαν υβριδικές μορφές από ήδη διαμορφωμένα μοντέλα των ομάδων, τα οποία είχαν ανασχεδιαστεί ώστε να στηρίξουν το εγχείρημα της χρήσης έξι τροχών, με διαφορετική φιλοσοφία διάταξής τους από την κάθε ομάδα. Δυστυχώς, τα πρότζεκτ αυτά δεν προχώρησαν ποτέ πέρα από το αρχικό στάδιο ανάπτυξης και τα βασικά τεστ, διότι παρουσίασαν πάρα πολλά μηχανικά προβλήματα, ήταν πολύ δύσκολα στην οδήγησή τους και οι οδηγοί που τα δοκίμασαν δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένοι. Εκτός αυτού, το 1983, η Παγκόσμια Ομοσπονδία Μηχανοκίνητου Αθλητισμού έθεσε ως αυστηρό όριο τους τέσσερις τροχούς για όλες τις συμμετοχές, καθιστώντας την Tyrrell P34 ως το μοναδικό 6τροχο αγωνιστικό που έτρεξε και κέρδισε επίσημο αγώνα στη Formula 1 μέχρι σήμερα και για πάντα.
Διαβάστε επίσης: Billy Monger: Ο έφηβος που ξεγέλασε τη μοίρα του
Το ακραίο δημιούργημα του Derek Gardner αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά και αναγνωρίσιμα μονοθέσια στην ιστορία των μηχανοκίνητων σπορ. Ευτυχώς για εμάς, το μοντέλο συντηρείται μέχρι σήμερα και κάνει συχνά εμφανίσεις σε διάφορα events με vintage μονοθέσια μέσα στο χρόνο, καθώς και σε πολλά φεστιβάλ αυτοκινήτων.
Η μοναδικότητα της εμφάνισής του και η φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από τον σχεδιασμό του ενσαρκώνουν πλήρως τη δημιουργικότητα, την ευφυΐα αλλά και την τρέλα που χαρακτήριζε την Formula 1 εκείνης της εποχής. Μια Formula 1 στην οποία, για να επιτύχεις, χρειάζεται να είσαι απόλυτα ριψοκίνδυνος και να σκέφτεσαι πέρα από τα συνηθισμένα.
Νεκτάριος Αποστολόπουλος