spot_img

Formula 3000: Ο επίπονος λαβύρινθος προς την F1

Συγκριτικά με τη σύγχρονη Formula 2, η παλαιά μορφή της δεύτερης τη τάξει κατηγορίας μονοθεσίων, η Formula 3000, δεν έδειχνε να εντυπωσιάζει ιδιαίτερα. Γι’ αυτό σήμερα λησμονείται συχνά η αξία της ως προς την ποιότητα των οδηγών της κι όχι μόνο.

Το είδος μονοθεσίων που οριοθετούνταν σε αυτή την κατηγορία είχε αξιοποιηθεί και σε διοργανώσεις χαμηλού βεληνεκούς, όπως η Ιαπωνική F3000 (πρώην Formula Nippon και νυν Super Formula) και η Βρετανική F3000. Επομένως, διευκρινίζουμε προκαταβολικά πως το παρόν αφιέρωμα θα εστιάσει αποκλειστικά στο βασικό τότε διεθνές πρωτάθλημα F3000 στην Ευρώπη.

Τόσο στην τωρινή της μορφή όσο και υπό την ονομασία GP2 Series (2005-2016), η Formula 2 έχει να επιδείξει έναν αρκετά ικανοποιητικό αριθμό πρωταθλητών που έκαναν αίσθηση στα μεγάλα σαλόνια της F1. Ο πρώτος πρωταθλητής Nico Rosberg και ο διάδοχός του το 2006, Lewis Hamilton, έχουν μονοπωλήσει μέχρι στιγμής κάθε παγκόσμιο τίτλο στην F1 από το 2014 κι έπειτα, ενώ το τωρινό grid περιλαμβάνει και ονόματα νικητών Grand Prix, όπως ο Charles Leclerc και ο Pierre Gasly. Υπό σπανιότατες συνθήκες εννοείται, σχεδόν κόντεψε να μπει στο γκρουπ αυτό και ο George Russell στο GP Σακχίρ του 2020. Αναλογικά, γεγονότα όπως αυτά δείχνουν το πόσο έχει μεγαλώσει η βαρύτητα της Formula 2/GP2 σε σχέση με τη διοργάνωση που αντικαταστάθηκε: την Formula 3000 (1985-2004).

Αν μιλήσουμε καθαρά με αριθμούς και στατιστικά, κανένας πρωταθλητής της παλαιάς κατηγορίας δεν κατέκτησε παγκόσμιο τίτλο. Παράλληλα, μόλις τρεις εξ αυτών έχουν κερδίσει Grand Prix – οι Jean Alesi, Olivier Panis και Juan Pablo Montoya. Επίσης, παρατηρείται διαφορά και ως προς το σύνολο των πρωταθλητών που προβιβάστηκαν στην F1 την αμέσως επόμενη χρονιά – 75% υπέρ της Formula 2/GP2 έναντι του 60% για την F3000. Υπάρχουν φυσικά και περιπτώσεις οδηγών με διαφορετικές περιστάσεις. Για παράδειγμα, ο Giorgio Pantano (πρωταθλητής GP2 το 2008) είχε ήδη οδηγήσει στην F1 το 2004 μέσω της αδύναμης Jordan, ενώ ο Jolyon Palmer (2014) είχε αφιερωθεί ως δοκιμαστής της Lotus για μία σεζόν πριν προβιβαστεί το 2016.

Παραδόξως, οι μόνοι πρωταθλητές της σύγχρονης εποχής που δεν αγωνίστηκαν ποτέ στην F1 είναι οι Davide Valsecchi (2012) και Fabio Leimer (2013).

Το μοτίβο αυτό παρατηρείται και στην F3000. Ο υπερταλαντούχος Vincenzo Sospiri (πρωταθλητής το 1995) ξόδεψε μια χρονιά στην Benetton ως δοκιμαστής, μέχρι φυσικά να εμπλακεί στην F1 το 1997 με την ομάδα-παρωδία της MasterCard Lola και να εξαφανιστεί άδικα από το σπορ. Αφού έτυχε να αναφερθούμε στο 1997, ο τότε πρωταθλητής Ricardo Zonta συμμετείχε στους αγώνες αντοχής του FIA GT με την Mercedes-Benz, πριν τελικά μεταφερθεί στην καινούρια ομάδα BAR το 1999. Οι Montoya (1998) και Sébastien Bourdais (2002) μετακινήθηκαν προσωρινά στις Η.Π.Α. και το CART, με τον αείμνηστο Justin Wilson (2001) να αναγκάζεται να αγωνιστεί στο αδιάφορο τότε World Series by Nissan. Οι Jörg Müller (1996), Bruno Junqueira (2000) και Björn Wirdheim (2003) έκαναν μόνο τεστ με μονοθέσιο F1.

Formula 3000
Ανορθόδοξη μα ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί αυτή του Christian Horner. Ο τωρινός μπροστάρης της Red Bull Racing συμμετείχε στην F3000 το 1997-1998, όντας ταυτόχρονα οδηγός και επικεφαλής της καινούριας Arden International. Ωστόσο αποδείχθηκε αρκετά αργός και σύντομα περιορίστηκε αποκλειστικά σε ρόλο επικεφαλής της ομάδας. Την οδήγησε σε συνολικά πέντε τίτλους πριν εμπλακεί στο χώρο της F1.

Στις αρχές του 21ου αιώνα, η ελλιπής προώθηση της Formula 3000 και τα αυξανόμενα κόστη επέφεραν πτώση στην είσοδο νέων οδηγών. Ήδη από το 2003, οι βασικοί οδηγοί του grid πολλές φορές δεν ξεπερνούσαν τους 15 με 20 στον αριθμό. Κακή εξέλιξη αν αναλογιστούμε πως ο αριθμός αυτός ήταν υπερδιπλάσιος μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα. Η παρακμή δεν περιοριζόταν μόνο στη χαμηλή προσέλευση, αλλά και στα επικριτικά σχόλια γύρω από την καταλληλότητα των μονοθεσίων που οριοθετούσαν οι κανονισμοί. Κάποτε, ο βετεράνος της κατηγορίας Mário Haberfeld είχε παρομοιάσει την οδηγησιμότητα της Lola που οδήγησε το 1999-2001 με αυτήν ενός λεωφορείου. Όπως ήταν αναμενόμενο, το τέλος της διοργάνωσης έμοιαζε αναπόφευκτο.

Διαβάστε επίσης: Didier Artzet – Το άγνωστο «καμένο χαρτί» της Γαλλίας

Από την άλλη ωστόσο, η Formula 3000 ανέδειξε και εξαίρετα ονόματα οδηγών ανεξαρτήτως αν εκείνοι δεν διέπρεψαν τελικά εκεί. Η λίστα περιλαμβάνει παγκόσμιους πρωταθλητές της F1 (Damon Hill και Fernando Alonso), νικητές του Indianapolis 500 (Kenny Bräck και Gil de Ferran) και πολυνίκεις στις 24 ώρες του Le Mans (Andy Wallace και Tom Kristensen, οι οποίοι μάλιστα είχαν θριαμβεύσει στο Sarthe σε χρονιές όπου έτρεχαν και στην F3000).

Επιπλέον, μεγάλοι αστέρες όπως οι Jenson Button και Kimi Räikkönen προτίμησαν να εισέλθουν κατευθείαν στην F1 από την Formula 3 και την Formula Renault αντίστοιχα, ενώ ο Max Verstappen δεν πέρασε ποτέ από το GP2. Με αφορμή το υπερβολικά νεαρό της ηλικίας του Ολλανδού, η FIA αποφάσισε το 2016 να καθιερώσει ένα αυστηρό σύστημα πόντων για την έκδοση ειδικής αγωνιστικής άδειας για την F1 (super licence), ώστε να υποχρεώσει τους επόμενους νεαρούς οδηγούς να αφιερώσουν περισσότερες σεζόν στις μικρές κατηγορίες.

Formula 3000
Πριν υιοθετήσει το 1996 την ταυτότητα ενός “spec series”, η Formula 3000 είχε την ιδιαιτερότητα να επιτρέπει την είσοδο σε πολλούς κατασκευαστές σασί, κινητήρων και ελαστικών ανά σεζόν. Έτσι, αποτέλεσε πεδίο ανάδειξης όχι μόνο ανθρώπων με αξιόλογο οδηγικό ποιόν, αλλά και σχεδιαστών και μηχανικών. Μάλιστα, στα πρώτα της χρόνια θεωρήθηκε το «νέο σπίτι» του δημοφιλούς κινητήρα DFV της Ford-Cosworth, ο οποίος είχε καταστεί πλέον ξεπερασμένος στην F1.

Τα grid εκείνων των χρόνων ανέβαζαν συχνά πολύ ψηλά τον πήχη. Στο διάστημα 1988-1992, οι τρεις στις πέντε σεζόν είδαν 9 διαφορετικούς οδηγούς να ανεβαίνουν στο βάθρο πάνω από μία φορά. Μπορεί να υπήρξαν μεμονωμένοι αγώνες που δεν θα επαναλαμβάνονταν ξανά (όπως αυτοί στην Imola και το Silverstone το 1998 με 35 μονοθέσια στο grid!), αλλά όλοι γενικά οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να μονομαχήσουν με όλους στα ίσα σε μεγάλη ποικιλία πιστών. Σε αντίθεση με τη σύγχρονη Formula 2 που αποτελεί επί της ουσίας το «πρόγευμα» του αγωνιστικού τριημέρου πριν έρθουν στα γκαράζ τα μεγάλα κεφάλια της F1, η Formula 3000 είχε την πολυτέλεια να διοργανώνει και δικούς της ανεξάρτητους αγώνες σε διαφορετικούς προορισμούς. Τα απαιτητικά σιρκουί πόλης του Pau και του Birmingham, η ιδιόμορφη Enna-Pergusa στη Σικελία της Ιταλίας και το Thruxton ήταν κάποιοι από τους προορισμούς αυτούς.

Η ποιότητα των μαχών στην πίστα ήταν με τη σειρά της συχνά πολύ υψηλή. Δείτε για παράδειγμα τον αγώνα του Hockenheim το 2000, όπου ο Tomáš Enge κυνήγησε απεγνωσμένα με slick ελαστικά τον ομόσταυλο και πρωτοπόρο Tomas Scheckter που είχε παλιά βρόχινα ελαστικά. Η λίστα μπορεί να επεκταθεί κι άλλο, με την κόντρα μεταξύ Jason Watt και Max Wilson το 2001 στο Spa-Francorchamps, την καταπληκτική αναρρίχηση του Roberto Moreno από το pit lane στο βάθρο του Birmingham Superprix το 1987, και πολλά άλλα.

Επιπρόσθετα, η διοργάνωση προσέφερε και στιγμές που θα μπορούσαν εύκολα να αποτελέσουν σενάριο για ταινία. Η μεγάλη κόντρα για τον τίτλο του 1996 ανάμεσα στους Jörg Müller και Kenny Bräck στο Hockenheim ξεχωρίζει κατά πολύ, όπως επίσης και το θετικό τεστ ναρκωτικών ουσιών στο οποίο υπεβλήθη ο Tomáš Enge το 2002.

Η ελεύθερη συμμετοχή κατασκευαστών μέχρι το 1996 επέφερε και τη σημείωση συγκλονιστικών αποτελεσμάτων για την εποχή εκείνη. Μπορείτε να φανταστείτε έναν οδηγό να μην προκρίνεται καν στον πρώτο αγώνα της σεζόν, να εμφανίζεται στον δεύτερο και να κερδίζει; Ο Γάλλος Jean-Marc Gounon έκανε ακριβώς αυτό το 1991 – έμεινε εκτός grid στη Vallelunga αλλά κέρδισε στους δρόμους του Pau αμέσως μετά, οδηγώντας μια μέτρια Ralt ανάμεσα στις ταχύτερες Lola και Reynard.

Formula 3000

  • Κάντε μας like στο facebook
  • Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube

Η ιστορία πιθανότατα να είχε γραφτεί διαφορετικά για την Formula 3000 αν οι Hill (1990), de Ferran (1994) και Kristensen (1997) είχαν κατακτήσει τον τίτλο αντί των Érik Comas, Jean-Christophe Boullion και Zonta. Ή αν εξαίρετοι rookies όπως οι Rubens Barrichello (1992) και Fernando Alonso (2000) συνέχιζαν να αγωνίζονται στη διοργάνωση αντί να μεταπηδήσουν απευθείας στην F1.

Βάσει των παραπάνω κι εφόσον πλέον φθίνουν οι διαθέσιμες θέσεις οδηγών στην F1, μένει να φανεί αν θα υπάρξει πιθανή διέξοδος νεαρών όπως οι Oscar Piastri, Guanyu Zhou, Robert Shwartzman, Théo Pourchaire, Jüri Vips, Christian Lundgaard και ούτω καθεξής προς το κορυφαίο μηχανοκίνητο σπορ.

Νεκτάριος Αποστολόπουλος

Related Articles

Stay Connected

5,762ΥποστηρικτέςΚάντε Like
52ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
- Advertisement -spot_img

Latest Articles